Greek Meaning of wet blanket
μούτρα
Other Greek words related to μούτρα
Nearest Words of wet blanket
Definitions and Meaning of wet blanket in English
wet blanket (n)
someone who spoils the pleasure of others
FAQs About the word wet blanket
μούτρα
someone who spoils the pleasure of others
βαρετός,Κάβουρας,Κυνικός,σύρετε,γεροντοκόρη,Χαλασοκόσμος,χαλάστρα,γκρινιάρης,στάξιμο,Γκριντς
γελωτοποιός,Γυμνό σύρμα,Κόπανος,εορταστής,γιορταστής,Κόβω σε κομμάτια,πλέιμποϊ,τσουγκράνα,γλεντζές,γλεντζές
wet bar => Βρεγμένο μπαρ, wet => βρεγμένος, westwards => προς τη δύση, westwardly => δυτικά, westward => δυτικά,