FAQs About the word reveller

γλεντζές

a celebrant who shares in a noisy party

εορταστής,γιορταστής,γλεντζές,χαρμόσυνο,πάρτι,καλεσμένος σε πάρτι,Βακχανάλια,πότης,Κόπανος,θορυβητής

χαρμπαλάς,Χαλασοκόσμος

revellent => αποκαλυπτικό, revelled => γλεντούσε, reveling => απολαμβάνοντας, reveler => γλεντζές, reveled => απόλαυσε,