FAQs About the word noisemaker

θορυβητής

a device (such as a clapper or bell or horn) used to make a loud noise at a celebration

εορταστής,γιορταστής,χαρμόσυνο,γλεντζές,καλεσμένος σε πάρτι,γλεντζές,γλεντζές,πότης,Κόπανος,Γλεντζές

χαρμπαλάς,Χαλασοκόσμος

noiselessness => Σιωπή, noiselessly => αθόρυβα, noiseless => σιωπηλός, noiseful => θορυβώδης, noised => θορυβώδης,