FAQs About the word slithery

ολισθηρός

having a slippery surface or quality

ολισθηρός,γυαλιστερό,Ολισθηρός,Λιπασμένος,λαδερό,έδαφος,λιπασμένος,λαδωμένο,γλιστερός,βουρτσισμένο

τραχύς,Τραχύς,ανομοιόμορφος,τραχύ,γρατζουνισμένο

slithering => ολισθηρός, slither => ολισθαίνω, slit trench => Ταφρος, slit lamp => Λάμπα σχισμής, slit => σχισμή,