FAQs About the word slitted

σχισμένος

of Slit

τομή,τομή,Κατηγορία,δάκρυ,κάταγμα,τραυματισμός,Λακάρισμα,ενοίκιο,σκίζω,ξύνω

No antonyms found.

slit-shell => κοχύλι με σχισμή, slithery => ολισθηρός, slithering => ολισθηρός, slither => ολισθαίνω, slit trench => Ταφρος,