Greek Meaning of skimming (through)
Περιληπτική ανάγνωση
Other Greek words related to Περιληπτική ανάγνωση
Nearest Words of skimming (through)
Definitions and Meaning of skimming (through) in English
skimming (through)
No definition found for this word.
FAQs About the word skimming (through)
Περιληπτική ανάγνωση
επιθεώρηση,σάρωση,Σέρφινγκ,ξεφύλλισμα,Περιήγηση,κρουαζιέρα,σκάψιμο (μέσα),έρευνα (για),επιθεωρώντας,κοιτάζω (προς)
No antonyms found.
skimmers => skimmers, skimmed (through) => ξεφύλλισα, skim (through) => ξεφυλλίζω, skills => δεξιότητες, skill(s) => δεξιότητα (δεξιότητες),