Greek Meaning of sheathed
θήκη από σπαθί
Other Greek words related to θήκη από σπαθί
- ντυμένος
- επενδεδυμένος
- ντυμένος
- περικλειόμενος
- αντιμέτωπος
- περικυκλωμένος
- Τυλιγμένο
- ενδεδυμένος
- ντυμένος
- παρατεταγμένοι
- σκεπασμένος
- ντυμένος
- περιτριγυρισμένος
- σκιασμένος
- αγκαλιάστηκε
- επισυνάπτεται
- περιελάμβανε
- τυλιγμένος σε
- επικαλυμμένος
- τυλιγμένος
- ντυμένος
- επισυναπτόμενο
- επικαλυμμένος
- Μανδύας
- επικαλυμμένο
- ντυμένος
- καλυμμένος
- μονόπλευρος
- γδαρμένος
- τυλιγμένος
- συγκαλυμμένο
Nearest Words of sheathed
Definitions and Meaning of sheathed in English
sheathed (a)
enclosed in a protective covering; sometimes used in combination
sheathed (imp. & p. p.)
of Sheathe
sheathed (a.)
Povided with, or inclosed in, sheath.
Invested by a sheath, or cylindrical membranaceous tube, which is the base of the leaf, as the stalk or culm in grasses; vaginate.
FAQs About the word sheathed
θήκη από σπαθί
enclosed in a protective covering; sometimes used in combinationof Sheathe, Povided with, or inclosed in, sheath., Invested by a sheath, or cylindrical membrana
ντυμένος,επενδεδυμένος,ντυμένος,περικλειόμενος,αντιμέτωπος,περικυκλωμένος,Τυλιγμένο,ενδεδυμένος,ντυμένος,παρατεταγμένοι
γυμνή,εκτεθειμένο,γυμνός,стрипт,ξετυλιγμένος
sheathbill => κολπορράμφος, sheath pile => Σωρός πασσάλων, sheath knife => περίβλημα μαχαιριού, sheath => θήκη, sheatfish => Γατόψαρο,