Greek Meaning of savorily
νόστιμα
Other Greek words related to νόστιμα
Nearest Words of savorily
Definitions and Meaning of savorily in English
savorily (adv.)
In a savory manner.
FAQs About the word savorily
νόστιμα
In a savory manner.
αρωματικός,αρωματικό,αμβροσιακό,αρωματισμένο,ευωδιαστός,αρωματισμένος,πικάντικο,γλυκό,ανθισμένος,φρέσκος
βρωμερός,φάουλ,Δυσώδης,δυσώδης,άοσμος,σάπιο,τάγγος,βαθμός,βρωμερός,βρωμερός
savored => Παραγευμένο, savor => απολαμβάνω, savonarola => Σαβοναρόλα, savoir-faire => Νοοτροπία, savitar => Σάβιταρ,