Greek Meaning of savorless

Άγευστος

Other Greek words related to Άγευστος

Definitions and Meaning of savorless in English

Wordnet

savorless (s)

lacking taste or flavor or tang

Webster

savorless (a.)

Having no savor; destitute of smell or of taste; insipid.

FAQs About the word savorless

Άγευστος

lacking taste or flavor or tangHaving no savor; destitute of smell or of taste; insipid.

Ανιαρός,επίπεδος,άνοστος,απλός,λεπτός,Αδύναμος,νεκρός,Αραίωση,Άγευστος,άνοστος

νόστιμος,απεχθής,νόστιμος,αποκρουστικός,νόστιμο,αποκρουστικός,Γεύση,νόστιμο,ανορεκτικός,δυσάρεστο στη γεύση

savoring => απολαμβάνοντας, savoriness => γεύση, savorily => νόστιμα, savored => Παραγευμένο, savor => απολαμβάνω,