Greek Meaning of savings
αποταμιεύσεις
Other Greek words related to αποταμιεύσεις
- περιουσιακά στοιχεία
- κεφάλαια
- χρήματα
- ευημερία
- πλούτος
- Συμμετοχές
- ιδιοκτησίες
- πόροι
- Αντικείμενα
- Κεφάλαιο
- κατάθεση
- επιδράσεις
- οικονομικά
- τύχη
- σημαίνει
- αυγό στη φωλιά
- λαμπρότητα
- εφεδρεία
- Πλούτος
- Λογαριασμός ταμιευτηρίου
- επιτυχία
- πράγματα
- Θησαυροφυλάκιο
- πορτοφόλι
- αξίζει
- αφθονία
- προσχώρηση
- συσσώρευση
- απόκτηση
- Ευημερία
- τραπεζικός λογαριασμός
- κρυφή μνήμη
- συλλογή
- μαξιλάρι
- βαθιές τσέπες
- συγκομιδή
- θησαυρός
- Εξοπλισμός
- Προσωπική περιουσία
- Προσωπικότητα
- ταμείο μικροποσών
- χαρτζιλίκι
- χαρτζιλίκι
- πορτοφόλι
- ιδιοκτησία
- αποσβεστικό ταμείο
- Χαρτζιλίκι
- Ουσία
- θησαυρός
- μέσα
- κινητά πράγματα
- ταμεία
- πολύτιμα αντικείμενα
Nearest Words of savings
- savings account => Λογαριασμός ταμιευτηρίου
- savings account trust => λογαριασμός ταμιευτηρίου εμπιστοσύνης
- savings and loan => ταμιευτήριο
- savings and loan association => ταμιευτήριο
- savings bank => ταμιευτήριο
- savings bank trust => ταμιευτήριο
- savings bond => Ταμιευτήρια ομόλογα
- savinien cyrano de bergerac => Σαβινιέν ντε Σιρανό ντε Μπερζεράκ
- savior => σωτήρας
- savioress => σωτήρας
Definitions and Meaning of savings in English
savings (n)
a fund of money put by as a reserve
FAQs About the word savings
αποταμιεύσεις
a fund of money put by as a reserve
περιουσιακά στοιχεία,κεφάλαια,χρήματα,ευημερία,πλούτος,Συμμετοχές,ιδιοκτησίες,πόροι,Αντικείμενα,Κεφάλαιο
υποχρεώσεις,χρέη,χρέος
savingness => Εχεμύθεια, savingly => Εξοικονομώντας, saving grace => σωτηρία, saving => αποταμίευση, savine => σαβίνα,