Greek Meaning of savings account
Λογαριασμός ταμιευτηρίου
Other Greek words related to Λογαριασμός ταμιευτηρίου
Nearest Words of savings account
- savings account trust => λογαριασμός ταμιευτηρίου εμπιστοσύνης
- savings and loan => ταμιευτήριο
- savings and loan association => ταμιευτήριο
- savings bank => ταμιευτήριο
- savings bank trust => ταμιευτήριο
- savings bond => Ταμιευτήρια ομόλογα
- savinien cyrano de bergerac => Σαβινιέν ντε Σιρανό ντε Μπερζεράκ
- savior => σωτήρας
- savioress => σωτήρας
- saviour => σωτήρας
Definitions and Meaning of savings account in English
savings account (n)
a bank account that accumulates interest
FAQs About the word savings account
Λογαριασμός ταμιευτηρίου
a bank account that accumulates interest
περιουσιακά στοιχεία,Στήθος,αποταμιεύσεις,τραπεζικός λογαριασμός,Προϋπολογισμός,κρυφή μνήμη,σεντούκι (σεντούκια),συλλογή,μαξιλάρι,κατάθεση
No antonyms found.
savings => αποταμιεύσεις, savingness => Εχεμύθεια, savingly => Εξοικονομώντας, saving grace => σωτηρία, saving => αποταμίευση,