Greek Meaning of resided
κατοικούσε
Other Greek words related to κατοικούσε
Nearest Words of resided
Definitions and Meaning of resided in English
resided (imp. & p. p.)
of Reside
FAQs About the word resided
κατοικούσε
of Reside
ζούσε,κατοικούσε,κατοικούσε,έμεινε,έμεινε,κατοικία,συγκατοικούσαν,συχνά επισκέπτεται,απαγχονισμένος (σε),στοιχειωμένο
No antonyms found.
reside => κατοικώ, resid => υπόλειμμα, resiant => ανθεκτικός, resiance => ανθεκτικότητα, reshuffling => ανασχηματισμός,