Greek Meaning of rachet
τριγονομετρικός πίνακας
Other Greek words related to τριγονομετρικός πίνακας
- πτώση
- Μείωση
- μειώνω
- άμπωτης
- συρρικνώνω
- σταδιακά μειώνομαι
- πεθαίνω (μακριά ή κάτω ή έξω)
- μειώνω
- ευκολία
- εξατμίζω
- πτώση
- πέσει μακριά
- λιγώτερο
- αφήνω κάτι
- Χαμηλότερος
- μέτριος
- πέπλος
- υποχωρώ
- επιμένω
- αποστείλω
- υποχωρώ
- κώνος
- εξαφανίζομαι
- μειώνομαι
- εξασθενώ
- στραγγίζω
- αφήνω
- Φάση μείωσης
- αργά
- ουρά (εκτός)
- μειώνω
- ανακουφίζω
- συμπιέζω
- πυκνώνω
- συσφίγγω
- Σύμβαση
- Εκτόνωση
- Σημαία
- διανέμω
- χαλάρωσε
- χαλαρώνω
- σπηλιά (εντός)
- Ξεθωριάζει (μακριά)
- σπαταλώ
- λιώνω (μακριά)
- peter (out)
Nearest Words of rachet
Definitions and Meaning of rachet in English
rachet (n)
mechanical device consisting of a toothed wheel or rack engaged with a pawl that permits it to move in only one direction
FAQs About the word rachet
τριγονομετρικός πίνακας
mechanical device consisting of a toothed wheel or rack engaged with a pawl that permits it to move in only one direction
πτώση,Μείωση,μειώνω,άμπωτης,συρρικνώνω,σταδιακά μειώνομαι,πεθαίνω (μακριά ή κάτω ή έξω),μειώνω,ευκολία,εξατμίζω
συσσωρεύω,μπαλόνι,χτίζω,διευρύνω,Αναβάθμιση,επεκτείνω,μεγαλώνω,αύξηση,Εντατικοποιώ,τοποθετώ
rachel louise carson => Ρέιτσελ Λουίζ Κάρσον, rachel carson => Ρέιτσελ Κάρσον, rachel => Ρέιτσελ, rach => Τζιε, raceway => Πίστα αγώνων,