Greek Meaning of poetically
ποιητικά
Other Greek words related to ποιητικά
Nearest Words of poetically
Definitions and Meaning of poetically in English
poetically (r)
in a poetic manner
poetically (adv.)
In a poetic manner.
FAQs About the word poetically
ποιητικά
in a poetic mannerIn a poetic manner.
Στίχοι,λυρικός,ποιητικός,_βαρδικός_,μεταφορικός,ποιητικοποιημένος,ρυθμική,συμβολικό,συμβολικός,ανθηρός
κυριολεκτικός,πεζός,Πέζος λόγος,πραγματικός,Γεγονός,Αμείλικτος,αντιποιητικός,αντιλυρικός
poetical => ποιητικός, poetic rhythm => ποιητικός ρυθμός, poetic license => Ποιητική άδεια, poetic jstice => ποιητική δικαιοσύνη, poetic => ποιητικός,