Greek Meaning of playing (on or upon)

παίζοντας (σε ή πάνω σε)

Other Greek words related to παίζοντας (σε ή πάνω σε)

Definitions and Meaning of playing (on or upon) in English

playing (on or upon)

No definition found for this word.

FAQs About the word playing (on or upon)

παίζοντας (σε ή πάνω σε)

προσβλητικός,κεφαλαιοποίηση (επί),Αναλήψεις μετρητών (σε),εκμετάλλευση,επιβάλλω (σε ή σε),μόχλευση,χειραγώγηση,Εμπορεύεται σε,χρησιμοποιώντας,Περπάτημα

No antonyms found.

playing (around) => παίζοντας (γύρω), playhouses => Κουκλόσπιτα, playgrounds => παιδικές χαρές, playgirl => ελαφρόμυαλη γυναίκα, played up => έπαιξε,