Greek Meaning of manipulating

χειραγώγηση

Other Greek words related to χειραγώγηση

Definitions and Meaning of manipulating in English

Webster

manipulating (p. pr. & vb. n.)

of Manipulate

FAQs About the word manipulating

χειραγώγηση

of Manipulate

παραπλανητικός,εκμετάλλευση,Μανούβρες,Παίζοντας (πάνω σε),εξαπάτηση,διάταξη,δελεαστικός,μπλόφα,εξαπάτηση,σμίλευμα

καταστροφή,αδέξιος,αδέξιος,χαλάω (πάνω),χάνοντας (πάνω),κακομεταχείριση,Μάφιν,κλώτσημα,Καταστροφή,απουσία

manipulated => χειραγωγημένος, manipulate => χειρίζομαι, manipular => χειρίζομαι, manipulable => χειραγωγήσιμος, manipulability => χειριστικότητα,