Greek Meaning of manipulator
Μανιπούλας
Other Greek words related to Μανιπούλας
Nearest Words of manipulator
- manipulative electronic deception => Εξαπατητική ηλεκτρονική χειραγώγηση
- manipulative => χειριστικός
- manipulation => χειραγώγηση
- manipulating => χειραγώγηση
- manipulated => χειραγωγημένος
- manipulate => χειρίζομαι
- manipular => χειρίζομαι
- manipulable => χειραγωγήσιμος
- manipulability => χειριστικότητα
- manioca => Μανιόκα
Definitions and Meaning of manipulator in English
manipulator (n)
an agent that operates some apparatus or machine
a person who handles things manually
manipulator (n.)
One who manipulates.
FAQs About the word manipulator
Μανιπούλας
an agent that operates some apparatus or machine, a person who handles things manuallyOne who manipulates.
εξαπατώ,εκμεταλλεύομαι,ελιγμός,(παίζω (με λόγια)),τακτοποιώ,ξεγελώ,μπλόφα,εξαπάτηση,Επινοώ,εξαπατώ
χαλάω,τα κάνω μαντάρα,Ψάχνω,αστοχώ,τα κάνω χάλια,χάος (πάνω),κακομεταχείριση,μανσέτα,παλιόπαιδο,Φουζλ
manipulative electronic deception => Εξαπατητική ηλεκτρονική χειραγώγηση, manipulative => χειριστικός, manipulation => χειραγώγηση, manipulating => χειραγώγηση, manipulated => χειραγωγημένος,