Greek Meaning of peter out
Να εξαντληθεί
Other Greek words related to Να εξαντληθεί
- εξατμίζω
- διανέμω
- εξαφανίζομαι
- Ξεθωριάζει (μακριά)
- σπαταλώ
- λιώνω (μακριά)
- αργά
- ουρά (εκτός)
- ανακουφίζω
- συμπιέζω
- πυκνώνω
- συσφίγγω
- Σύμβαση
- Μείωση
- μειώνω
- μειώνω
- πέσει μακριά
- αφήνω κάτι
- μέτριος
- υποχωρώ
- συρρικνώνω
- χαλαρώνω
- υποχωρώ
- κώνος
- σταδιακά μειώνομαι
- μειώνομαι
- πεθαίνω (μακριά ή κάτω ή έξω)
- στραγγίζω
- αφήνω
- καστάνιετα
- καστάνια (κάτω)
- μειώνω
- κατάρρευση
- πτώση
- Εκτόνωση
- ευκολία
- άμπωτης
- πτώση
- Σημαία
- λιγώτερο
- Χαμηλότερος
- πέπλος
- χαλάρωσε
- επιμένω
- αποστείλω
- εξασθενώ
- σπηλιά (εντός)
- Φάση μείωσης
Nearest Words of peter out
- peter o'toole => Πίτερ Ο'Τουλ
- peter minuit => Πίτερ Μινιούιτ
- peter minnewit => Πίτερ Μινουίτ
- peter medawar => Πίτερ Μενταγουάρ
- peter mark roget => Πίτερ Μαρκ Ροζέ
- peter lorre => Πίτερ Λόρε
- peter ilich tchaikovsky => Πιοτρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκι
- peter i => Πέτρος Α'
- peter goldmark => Πίτερ Γκόλντμαρκ
- peter cooper => Πίτερ Κούπερ
- peter pan => Πίτερ Παν
- peter pan collar => Γιακάς Peter Pan
- peter paul mauser => Πήτερ Πάουλ Μαούζερ
- peter paul rubens => Πέτρος Παύλος Ρούμπενς
- peter seamus o'toole => Πίτερ Σιμούς Ο'Τουλ
- peter sellers => Πίτερ Σέλερς
- peter stuyvesant => Πίτερ Στάιβεσαντ
- peter tchaikovsky => Πιοτρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκι
- peter the great => Πέτρος ο Μέγας
- peterburg => Αγία Πετρούπολη
Definitions and Meaning of peter out in English
peter out (v)
end weakly
use up all one's strength and energy and stop working
FAQs About the word peter out
Να εξαντληθεί
end weakly, use up all one's strength and energy and stop working
εξατμίζω,διανέμω,εξαφανίζομαι,Ξεθωριάζει (μακριά),σπαταλώ,λιώνω (μακριά),αργά,ουρά (εκτός),ανακουφίζω,συμπιέζω
συσσωρεύω,εμφανίζω,χτίζω,αναδύομαι,διευρύνω,Αναβάθμιση,επεκτείνω,μεγαλώνω,αύξηση,Εντατικοποιώ
peter o'toole => Πίτερ Ο'Τουλ, peter minuit => Πίτερ Μινιούιτ, peter minnewit => Πίτερ Μινουίτ, peter medawar => Πίτερ Μενταγουάρ, peter mark roget => Πίτερ Μαρκ Ροζέ,