Greek Meaning of pestled
θρυμματισμένο
Other Greek words related to θρυμματισμένο
Nearest Words of pestled
Definitions and Meaning of pestled in English
pestled (imp. & p. p.)
of Pestle
FAQs About the word pestled
θρυμματισμένο
of Pestle
τεμαχισμένος,φιλτραρισμένο,έδαφος,γυαλισμένο,μικρονισμένο,αλεσμένο,Δυνατός,τριμμένο,μειωμένη,τριμμένο
Χοντρός,σπυρωτός,κοκκώδης,κοκκώδης,κοκκώδης,πετρώδης,αμμώδης,γήινος,τραχύς,αφιλτράριστο
pestle => γουδί, pestis bubonica => bubonikí panoumía, pestis ambulans => Η πανούκλα που περπατά, pestis => πανούκλα, pestilentness => Πανούκλα,