Greek Meaning of triturated

τριμμένο

Other Greek words related to τριμμένο

Definitions and Meaning of triturated in English

Webster

triturated (imp. & p. p.)

of Triturate

FAQs About the word triturated

τριμμένο

of Triturate

Λεπτόκοκκος,τεμαχισμένος,φιλτραρισμένο,έδαφος,μικρονισμένο,αλεσμένο,Δυνατός,τριμμένο,μειωμένη,γυαλισμένο

Χοντρός,σπυρωτός,κοκκώδης,κοκκώδης,κοκκώδης,αμμώδης,γήινος,πετρώδης,τραχύς,αφιλτράριστο

triturate => αλέθω, triturable => τριβή, trituberculy => τριφυής, tritubercular => φυματίωσης των πνευμόνων, tritozooid => τριτοζωοειδές,