Greek Meaning of levigated
γυαλισμένο
Other Greek words related to γυαλισμένο
Nearest Words of levigated
Definitions and Meaning of levigated in English
levigated (imp. & p. p.)
of Levigate
FAQs About the word levigated
γυαλισμένο
of Levigate
φιλτραρισμένο,μειωμένη,εκλεπτυσμένος,λείο,βελουδένιος,Βουτυρένιος,Λεπτόκοκκος,τεμαχισμένος,έδαφος,μικρονισμένο
Χοντρός,σπυρωτός,κοκκώδης,κοκκώδης,κοκκώδης,αμμώδης,γήινος,πετρώδης,τραχύς,αφιλτράριστο
levigate => λείανση, levigable => αλεστικός, levies => τέλη, levier => μοχλός, levied => επιβάλλεται,