Greek Meaning of parked

παρκαρισμένο

Other Greek words related to παρκαρισμένο

Definitions and Meaning of parked in English

Wordnet

parked (a)

that have been left

Webster

parked (imp. & p. p.)

of Park

FAQs About the word parked

παρκαρισμένο

that have been leftof Park

αναπτυγμένος,τοποθετημένος,εγκατεστημένο,τοποθετημένος,Εποχούμενος,φυτεμένος,τοποθετημένος,τοποθετημένος,σταθμευμένος,αγκυροβολημένος

No antonyms found.

parka squirrel => Σκίουρος, parka => παρκά, park commissioner => Επίτροπος πάρκων, park bench => Παγκάκι πάρκου, park avenue => Λεωφόρος Παρκ,