FAQs About the word camped (out)

κατασκήνωσε (έξω)

τακτοποιημένος (κάτω),στρατοπεδευμένος,το πέρασε δύσκολα,Κοιμάται έξω,σκηνής,σακίδιο πλάτης,κατασκηνώνω,Με τροχόσπιτο

No antonyms found.

camped (out in) => Κατασκήνωσε (έξω), campaigns => εκστρατείες, campaign (for) => εκστρατεία (για), camp followers => οπαδοί του στρατοπέδου, camp (out) => Κατασκήνωση (έξω),