Greek Meaning of encamped
στρατοπεδευμένος
Other Greek words related to στρατοπεδευμένος
Nearest Words of encamped
Definitions and Meaning of encamped in English
encamped (imp. & p. p.)
of Encamp
FAQs About the word encamped
στρατοπεδευμένος
of Encamp
σακίδιο πλάτης,κατασκηνώνω,κατασκήνωσε (έξω),σκηνής,Με τροχόσπιτο,το πέρασε δύσκολα,Κοιμάται έξω,τακτοποιημένος (κάτω)
εκτοπισμένος,εκδιωγμένος
encamp => Κατασκηνώνω, encalendar => ημερολόγιο, encainide => Εγκαϊνίδη, encaged => Φυλακισμένος, encage => εγκλωβίζω,