Greek Meaning of making up

μακιγιάζ

Other Greek words related to μακιγιάζ

Definitions and Meaning of making up in English

FAQs About the word making up

μακιγιάζ

σύνθεση,συμπεριέλαβε,συγκροτούν,συμπλήρωση (έξω),σχηματίζοντας,συμπληρωματικός,ολοκλήρωση,ενσωματώνοντας,σάρκωση,ενσαρκώνοντας

κλωνοποίηση,αντιγραφή,αντιγραφή,Μιμούμενος (masc. sing.),μιμούμενος,πολλαπλασιασμός,αναπαραγωγή,αντιγραφή,αντιγράφοντας

making tracks => αφήνοντας ίχνη, making sport of => Κάνω πλάκα, making shift => Αυτοσχεδιασμός, making sail => Ιστιοπλοΐα, making over => μεταποίηση,