Greek Meaning of macerated

μασεμένος

Other Greek words related to μασεμένος

Definitions and Meaning of macerated in English

Webster

macerated (imp. & p. p.)

of Macerate

FAQs About the word macerated

μασεμένος

of Macerate

Μουσκέματος,πνιγμένος,κορεσμένος,βρεγμένος,Εμποτισμένο,βουτηγμένο,εμβαπτισμένος,μαριναρισμένο,βρεγμένος μέχρι το κόκαλο,μουλιασμένος

αφυδατωμένος,αποξηραμένος,αποξηραμένο,στυμμένος (έξω),στραγγισμένος,αδειασμένος,ξερός,Τσιγαρισμένο,άκυρη,αφυγρανθέν

macerate => εμβάπτω, macer => μασεράρισμα, macedonianism => μακεδονισμός, macedonian war => Μακεδονικοί πόλεμοι, macedonian => μακεδονικός,