Greek Meaning of damped

Εξασθενημένος

Other Greek words related to Εξασθενημένος

Definitions and Meaning of damped in English

Webster

damped (imp. & p. p.)

of Damp

FAQs About the word damped

Εξασθενημένος

of Damp

πνιγμένος,έβρεξε,βρεγμένο,σβησμένος,σβησμένο,πνιγμένος,σβησμένο (έξω),Σφραγισμένο (έξω),πνιγμένος,νεκρός

αναμμένος,φλεγόμενος, φλεγόμενη, φλεγόμενο,alight,φλεγόμενος,καίγοντας,φλεγμονώδης,φλογερός,φλεγόμενος,Αναμμένο,φλεγμονώδης

damp off => πτώση φυτωρίων, damp course => στρώμα στεγανοποίησης, damp => υγρός, damozel => δεσποινίς, damourite => Δαμουρίτης,