Greek Meaning of wrung (out)
στυμμένος (έξω)
Other Greek words related to στυμμένος (έξω)
Nearest Words of wrung (out)
Definitions and Meaning of wrung (out) in English
wrung (out)
No definition found for this word.
FAQs About the word wrung (out)
στυμμένος (έξω)
αποξηραμένο,αδειασμένος,ξερός,Τσιγαρισμένο,αφυδατωμένος,αποξηραμένος,στραγγισμένος,άκυρη,αφυγρανθέν
Μουσκέματος,πνιγμένος,μασεμένος,κορεσμένος,βρεγμένος,Εμποτισμένο,βρεγμένος μέχρι το κόκαλο,μουλιασμένος,σάλτσα,υγρικός
wrought (up) => Σφυρηλατημένος (επεξεργασμένος), wrought (on) => σφυρηλατημένος (σε), wrought (for) => σφυρηλατημένος (για), wrote up => έγραψε, wrote off => διέγραψε,