Greek Meaning of kennings
Κένινγκς
Other Greek words related to Κένινγκς
- δημητριακά
- μπουκιές
- μέρη
- Σκραπ
- άτομα
- dabs
- παύλες
- σταγόνες
- κηλίδες
- κλάσματα
- θραύσματα
- Κοκκώδη
- μισό πένι
- ιότες
- ελάχιστα
- ακάρεα
- Μόρια
- σκόνες
- κελύφη
- ουγκιές
- σωματίδια
- επιθέματα
- θρύμματα
- ψίχουλο
- ίχνος
- ψίχουλα
- αποσπάσματα
- στελέχη
- ραβδώσεις
- οι γεύσεις
- titbits
- αγγίζει
- ψίθυροι
- άσος
- τσιπς
- σεισμοί
- αποσπάσματα
- θραύσματα
- κηλίδες
- δαγκώματα
- bits
- ψίχουλα
- σταγόνες
- σταγόνες
- νιφάδες
- Μύγες
- Χάετς
- Χαλκίνια
- σημεία
- Μικρά ποσά
- κομμάτια
- Μεζέδες
- Μικρές ανωμαλίες
- Νάγκετς
- Ζευγαρώματα
- τσιμπήματα
- μερίδες
- ενότητες
- θραύσματα
- ρίγη
- Θρύμματα
- γνωρίζει ελάχιστα
- σβώλος
- κηλίδες
- υποψίες
- Καλλιτεχνίες
- τίτλοι
- ίχνη
- Πεντηκοστή
- συντρίμμια
- αποκόμματα
- ξέσματα
Nearest Words of kennings
- kens => Κεν
- kept (back) => διατηρημένος (πίσω)
- kept (from) => διατηρείται (από)
- kept (on) => διατηρούμενο (στο)
- kept (someone) posted => Κρατώ (κάποιον) ενήμερο
- kept clear of => κρατήθηκε μακριά από
- kept company (with) => συναναστρέφεται
- kept to => τηρήθηκε σε
- kept-up => ```συντηρημένο```
- kerflooey => τούμπα
Definitions and Meaning of kennings in English
kennings
a perceptible but small amount, a metaphorical compound word or phrase (such as swan-road for ocean) used especially in Old English and Old Norse poetry
FAQs About the word kennings
Κένινγκς
a perceptible but small amount, a metaphorical compound word or phrase (such as swan-road for ocean) used especially in Old English and Old Norse poetry
δημητριακά,μπουκιές,μέρη,Σκραπ,άτομα,dabs,παύλες,σταγόνες,κηλίδες,κλάσματα
φορτία,Μάζες,ποσότητες,κομμάτια,σβώλοι,βουνά,πλάκες,τόμοι,Βαρέλια,ορδές
kennels => κυνοτροφείο, keggers => βαρέλια μπύρας, kegger => Πάρτι μπίρας, keg party => Πάρτι βαρελιού, keg parties => πάρτι βαρελιών,