Greek Meaning of snippets

αποσπάσματα

Other Greek words related to αποσπάσματα

Definitions and Meaning of snippets in English

snippets

a brief quotable passage, a small part, piece, or thing

FAQs About the word snippets

αποσπάσματα

a brief quotable passage, a small part, piece, or thing

δημητριακά,μπουκιές,Σκραπ,bits,κηλίδες,Μόρια,σωματίδια,επιθέματα,κηλίδες,μέρη

φορτία,ποσότητες,κομμάτια,σβώλοι,πλάκες,Βαρέλια,ορδές,σωροί,κούκλοι,Μάζες

snippersnappers => μωρά, snippersnapper => χαζός, snipped => κομμένος, sniping (at) => ελεύθερος σκοπευτής (σε), snipes (at) => Επικρίνει (κάποιον),