Greek Meaning of injecting
ενίοντας
Other Greek words related to ενίοντας
- εισάγοντας
- εισαγωγή
- προσθήκη
- κατάλληλος (για μέσα ή μέσα)
- υπονοητικός
- παρεμβαίνοντας
- παρεμβάλλοντας
- παρεμβάλλων
- παρεμβάλλοντας
- εργαζόμενος σε
- προσθήκη
- συνδέω
- κράμπαρης
- κοπή
- εσωτερική άκρη
- ένθετο
- έμπτωση
- εγκατάσταση
- διακείμενος
- ενδοσακίδιον
- Επιχρίω
- σάντουιτς **(μέσα ή ανάμεσα)
- Σπρώχνω
- ωθήση
- Ύφανση
- σφήνωση
Nearest Words of injecting
Definitions and Meaning of injecting in English
injecting (p. pr. & vb. n.)
of Inject
FAQs About the word injecting
ενίοντας
of Inject
εισάγοντας,εισαγωγή,προσθήκη,κατάλληλος (για μέσα ή μέσα),υπονοητικός,παρεμβαίνοντας,παρεμβάλλοντας,παρεμβάλλων,παρεμβάλλοντας,εργαζόμενος σε
εξαλείφοντας,εξαιρουμένων,εξαγωγή,απόσυρση ,αφαιρώντας,εκτίναξη,Απέλαση,Αφαίρεση,αποσπώντας,Απορριπτικός
injected => εγχυμένος, injectant => ενέσιμο, injectable => ενέσιμο, inject => ενίω, inition => μύηση,
![rightside-image](https://ezeedictionary.com/assests/images/rightside.gif)
![rightside](https://ezeedictionary.com/assests/images/rightside.gif)