Greek Meaning of edging in
εσωτερική άκρη
Other Greek words related to εσωτερική άκρη
Nearest Words of edging in
Definitions and Meaning of edging in in English
edging in
to work in
FAQs About the word edging in
εσωτερική άκρη
to work in
κατάλληλος (για μέσα ή μέσα),εισάγοντας,εισαγωγή,εργαζόμενος σε,προσθήκη,κοπή,ενίοντας,υπονοητικός,παρεμβαίνοντας,παρεμβάλλοντας
εξαλείφοντας,εξαιρουμένων,εξαγωγή,απόσυρση ,αφαιρώντας,εκτίναξη,Απέλαση,Αφαίρεση,αποσπώντας,Απορριπτικός
edging (out) => σταδιακή απομάκρυνση, edges => άκρες, edged in => με άκρα, edged (out) => ξεπερασμένος (έξω), edge city => Υπόπολη,