Greek Meaning of edibles
Βρώσιμα
Other Greek words related to Βρώσιμα
- Ψωμί
- φαγητό
- διατάξεις
- βρώσιμα
- φαγητά
- τρώει
- τιμή
- τρόφιμα
- προνύμφη
- γεύμα
- κρέας
- αναψυκτικά
- εφόδια
- τραπέζι
- φαγητά
- τρόφιμα
- τρόφιμα
- τροφή
- σανίδα
- τρώω
- τσοκ
- κυλικείο
- δίαιτα
- πιάτο
- γιορτή
- ταΐζω
- ζωοτροφές
- ζωοτροφή
- διατροφή
- θρέφω
- θρεπτικό συστατικό
- πάστα
- πιάτο
- πιατέλα
- τροφή ζώων
- μερίδες
- γεύμα
- σερβίρισμα
- σιλό
- διατροφή
- οδηγός φορτηγού
Nearest Words of edibles
Definitions and Meaning of edibles in English
edibles
fit to be eaten, any of various food items containing THC, fit or safe to be eaten, something that is suitable or safe to eat, a food item
FAQs About the word edibles
Βρώσιμα
fit to be eaten, any of various food items containing THC, fit or safe to be eaten, something that is suitable or safe to eat, a food item
Ψωμί,φαγητό,διατάξεις,βρώσιμα,φαγητά,τρώει,τιμή,τρόφιμα,προνύμφη,γεύμα
τοξίνη,Φαρμάκι,κατάρα
edgings => κορνίζες, edging in => εσωτερική άκρη, edging (out) => σταδιακή απομάκρυνση, edges => άκρες, edged in => με άκρα,