Greek Meaning of silage
σιλό
Other Greek words related to σιλό
- σιλό
- ταΐζω
- ζωοτροφές
- ζωοτροφή
- μερίδες
- εφόδια
- Ψωμί
- κυλικείο
- δίαιτα
- τιμή
- φαγητό
- τρόφιμα
- γεύμα
- κρέας
- διατροφή
- θρέφω
- θρεπτικό συστατικό
- διατάξεις
- σκουπίδια
- διατροφή
- πίνολα
- τροφή
- σανίδα
- τρώω
- τσοκ
- βρώσιμα
- φαγητά
- τρώει
- Βρώσιμα
- γιορτή
- προνύμφη
- ακαταστασία
- πάστα
- πιάτο
- πιατέλα
- τροφή ζώων
- αναψυκτικά
- γεύμα
- σερβίρισμα
- τραπέζι
- οδηγός φορτηγού
- φαγητά
- τρόφιμα
- τρόφιμα
Nearest Words of silage
Definitions and Meaning of silage in English
silage (n)
fodder harvested while green and kept succulent by partial fermentation as in a silo
silage (n. & v.)
Short for Ensilage.
FAQs About the word silage
σιλό
fodder harvested while green and kept succulent by partial fermentation as in a siloShort for Ensilage.
σιλό,ταΐζω,ζωοτροφές,ζωοτροφή,μερίδες,εφόδια,Ψωμί,κυλικείο,δίαιτα,τιμή
No antonyms found.
sikorsky => Σικόρσκι, sikkim => Σικκίμ, sikhs => Σιχ, sikhism => Σιχισμός, sikh => σιχ,