Greek Meaning of holding down
διακράτηση
Other Greek words related to διακράτηση
Nearest Words of holding down
- holding back => συγκράτηση
- holding a brief for => κατέχοντας ένα σύντομο σημείωμα για
- holding (past) => κρατώ
- holding (in) => περιέχοντας (μέσα)
- holding (back) => συγκράτηση (στην αρχή)
- holdbacks => κρατήσεις
- hold with => κρατώ με
- hold to => Κρατώ
- hold out (past) => κρατώ (παρελθόντας χρόνος)
- hold one's tongue => Να συγκρατείται κάποιος
- holding forth => Κρατώντας
- holding off => Αναστολή
- holding off (on) => συγκράτηση (για)
- holding on => κρατώντας
- holding on to => κρατώντας
- holding one's horses => κρατάει τα άλογά του
- holding one's peace => διατήρηση της ειρήνης
- holding one's tongue => Κρατώ τη γλώσσα μου
- holding out => αντοχή
- holding out (past) => επίμονος (παρελθόν)
Definitions and Meaning of holding down in English
holding down
limit, something used to fasten an object in place, an act of holding down, to assume or have responsibility for, to keep within limits
FAQs About the word holding down
διακράτηση
limit, something used to fasten an object in place, an act of holding down, to assume or have responsibility for, to keep within limits
περιοριστικός,περιοριστικός,αποκλεισμός,Κλείσιμο,περιοριστικός,σύσφιξη,除非,περιγράφοντας,στενεύον,σύναψη σύμβασης
υπερβαίνων,επεκτεινόμενος,διεύρυνση,διεύρυνση,Υπερέκταση,υπεκτίμηση
holding back => συγκράτηση, holding a brief for => κατέχοντας ένα σύντομο σημείωμα για, holding (past) => κρατώ, holding (in) => περιέχοντας (μέσα), holding (back) => συγκράτηση (στην αρχή),