Greek Meaning of heme
αίμη
Other Greek words related to αίμη
- σύνορο
- σύνορο
- περίμετρος
- όρια
- ακμή
- άκρη
- τέλος
- Περίμετρος
- χείλος
- Φούστα
- δεμένος
- γείσο
- πυξίδα
- πλαίσιο
- κρόσσια
- περιθώριο
- προάστιο
- περιφέρεια
- χαμηλότερα πατώματος
- άκρη
- έκταση
- οριακός
- χείλος
- οροφή (orof̱í)
- Κορυφή
- Πεζοδρόμιο
- κορυφή
- οριοθέτηση
- έκταση
- σύνορο
- γύρος
- περιορισμός
- χείλος
- Μάρτιος
- μέγιστο
- μέτρο
- απλό
- περιορισμός
- άκρη
- Ακτή
- λήξη
Nearest Words of heme
Definitions and Meaning of heme in English
heme (n)
a complex red organic pigment containing iron and other atoms to which oxygen binds
FAQs About the word heme
αίμη
a complex red organic pigment containing iron and other atoms to which oxygen binds
σύνορο,σύνορο,περίμετρος,όρια,ακμή,άκρη,τέλος,Περίμετρος,χείλος,Φούστα
κέντρο,πυρήν,καρδιά,μέσα,εσωτερικός,μέση,εντός,εσωτερικός
hemautography => Αιματογραφία, hematuria => Αιματουρία, hematoxylin => αιματοξυλίνη, hematothermal => θερμόαιμος, hematotherma => Ομοιόθερμα,