Greek Meaning of grappled (with)

παλεύω (με)

Other Greek words related to παλεύω (με)

Definitions and Meaning of grappled (with) in English

grappled (with)

No definition found for this word.

FAQs About the word grappled (with)

παλεύω (με)

αντιμετωπίσαμε,ικανοποιημένος με/με κάτι,αντιμετώπισε (με),χειρίστηκε,διαχειρίζεται,χειραγωγημένος,διαπραγματευμένος,πήρε,επεξεργασμένος,συμφιλιώθηκε με

εμπόδιο,μπερδεμένος,τσαπατσούλη,τα χαλάω,μπερδεμένη,κακομεταχειρισμένο,χαλασμένος,Χαμένη,χαλιά,πρόχειρα

grapple (with) => (παλεύω με), graphing => γράφημα, graphic novels => γραφικά μυθιστορήματα, graphic novel => Γκραφική νουβέλα, granules => Κοκκώδη,