Greek Meaning of grappled (with)
παλεύω (με)
Other Greek words related to παλεύω (με)
- αντιμετωπίσαμε
- ικανοποιημένος με/με κάτι
- αντιμετώπισε (με)
- χειρίστηκε
- διαχειρίζεται
- χειραγωγημένος
- διαπραγματευμένος
- πήρε
- επεξεργασμένος
- συμφιλιώθηκε με
- διεξάγονται
- επί γηπέδου
- παραβιάστηκε
- είχε δύναμη πάνω σε
- ελιγμένος
- παίζεται
- έγνεψε
- μεταφέρεται
- ελεγχόμενος
- Σκηνοθετημένο
- σχεδιασμένος
- εκλεπτυσμένος
- κατέβηκε
- καθοδηγούμενος
- έσπρωχναν
- τραβηγμένο
- αντέδρασε σε
- ρυθμιζόμενο
- απάντησε (σε)
- διέκοψε
Nearest Words of grappled (with)
Definitions and Meaning of grappled (with) in English
grappled (with)
No definition found for this word.
FAQs About the word grappled (with)
παλεύω (με)
αντιμετωπίσαμε,ικανοποιημένος με/με κάτι,αντιμετώπισε (με),χειρίστηκε,διαχειρίζεται,χειραγωγημένος,διαπραγματευμένος,πήρε,επεξεργασμένος,συμφιλιώθηκε με
εμπόδιο,μπερδεμένος,τσαπατσούλη,τα χαλάω,μπερδεμένη,κακομεταχειρισμένο,χαλασμένος,Χαμένη,χαλιά,πρόχειρα
grapple (with) => (παλεύω με), graphing => γράφημα, graphic novels => γραφικά μυθιστορήματα, graphic novel => Γκραφική νουβέλα, granules => Κοκκώδη,