Greek Meaning of evenhandedly

ομοιόμορφα

Other Greek words related to ομοιόμορφα

Definitions and Meaning of evenhandedly in English

Wordnet

evenhandedly (r)

without favoring one party, in a fair evenhanded manner

FAQs About the word evenhandedly

ομοιόμορφα

without favoring one party, in a fair evenhanded manner

ίδιος,δίκαιος,αμερόληπτος,ειλικρινής,αδιάφορος,αποστασιοποιημένος,δίκαιο,αδιάφορος,Στόχος,Τετράγωνο

προκατειλημμένος,Δολερός,Παραπλανητικός,ανέντιμος,Άδικο,μερικός,μεροληπτικός,άδικος,παράλογος,Αρκετός

evenhanded => αμερόληπτος, evenhand => Δίκαιος, evenfall => λυκόφως, evener => ισοσταθμιστής, evened => ισορροπημένος,