Greek Meaning of elitist

ελιτίστικος

Other Greek words related to ελιτίστικος

Definitions and Meaning of elitist in English

Wordnet

elitist (n)

someone who believes in rule by an elite group

FAQs About the word elitist

ελιτίστικος

someone who believes in rule by an elite group

αριστοκρατικός,αλαζόνας,Σνομπ,πολυτελές,εγωιστής,σνομπ,Αλαζόνας,σνομπ,εγωιστής,απόμακρος

δημοκρατικός,ισότιμος,ταπεινός,σεμνός,ανεπιτήδευτος,Αντι-ελιτιστικός,χωρίς εγωισμό

elitism => ελιτισμός, elite group => ελίτ, elite => ελίτ, elisor => δικαστικός επιμελητής, elison => ελισον,