Greek Meaning of dovetailed

ενωμένος με αρμούς που μοιάζουν με ουρά περιστεριού

Other Greek words related to ενωμένος με αρμούς που μοιάζουν με ουρά περιστεριού

Definitions and Meaning of dovetailed in English

Webster

dovetailed (imp. & p. p.)

of Dovetail

FAQs About the word dovetailed

ενωμένος με αρμούς που μοιάζουν με ουρά περιστεριού

of Dovetail

συμφωνήθηκε,συνέπεσε,σύμφωνος,αντιστοιχούσε,κατάλληλο,προσαρμοσμένο,παραχωρημένο,ευθυγραμμισμένος,απάντησε,επιλεγμένο

Αντιφατικός,αναβλημένος (από),διαφώνησε (με),αμφισβητούμενο,συγκρούστηκαν,αρνημένο,ακύρωσε,συγκρουόμενος,αρνήθηκε,ταραγμένος

dovetail plane => Σύστημα ένωσης με αρθρωτό έξαρμα, dovetail joint => Παιδίσκη, dovetail => Περιστέρι, doveship => περιστεριώνας, dove's-foot => περιστερόποδας,