Greek Meaning of chorded
συγχορδισμένος
Other Greek words related to συγχορδισμένος
- συμφωνήθηκε
- συνέπεσε
- σύμφωνος
- αποτελούνταν
- αντιστοιχούσε
- κατάλληλο
- προσαρμοσμένο
- εναρμονισμένος
- στο τετράγωνο
- παραχωρημένο
- ευθυγραμμισμένος
- απάντησε
- επιλεγμένο
- συνεκτικός
- φέρθηκε
- ενωμένος με αρμούς που μοιάζουν με ουρά περιστεριού
- συνάντησε
- έκανε πλάκα
- ταιριαστό
- παράλληλος
- ομοιοκατάληκτος
- ομοιοκατάληκτος
- ταξινομημένο
- καταμετρημένους
- πήγε
- ευθυγραμμισμένο
- ισοφαρίστηκε
- ισοπέδωσε
- ευθυγραμμισμένοι
- καταχωρημένο
Nearest Words of chorded
Definitions and Meaning of chorded in English
chorded (imp. & p. p.)
of Chord
FAQs About the word chorded
συγχορδισμένος
of Chord
συμφωνήθηκε,συνέπεσε,σύμφωνος,αποτελούνταν,αντιστοιχούσε,κατάλληλο,προσαρμοσμένο,εναρμονισμένος,στο τετράγωνο,παραχωρημένο
Αντιφατικός,αναβλημένος (από),διαφώνησε (με),αμφισβητούμενο,αρνημένο,ακύρωσε,συγκρούστηκαν,συγκρουόμενος,αρνήθηκε,ταραγμένος
chordate genus => Χορδωμένο γένος, chordate family => Χορδωτά, chordate => Χορδωτά, chordata => χορδωτά, chordamesoderm => Χορδιομεσόδερμα,