Greek Meaning of doc
γιατρός
Other Greek words related to γιατρός
- γιατρός
- γιατρός
- γιατρός
- γιατρός
- νοσοκόμα
- ειδικός
- αναισθησιολόγος
- παρών
- γιατρός
- Τρίγλια
- Δερματολόγος
- οικογενειακός γιατρός
- οικογενειακός γιατρός
- Γενικός ιατρός
- Γυναικολόγος
- Νοσοκομειακός ιατρός
- Ιατρός σε ειδίκευση
- Εσωτερικολόγος
- νευρολόγος
- Νοσηλεύτρια
- Γυναικολόγος
- μαιευτήρας
- Οφθαλμίατρος
- Ορθοπεδικός
- Παραϊατρικός
- παραϊατρικός
- παθολόγος
- παιδίατρος
- παιδίατρος
- φυσίατρος
- Ποδίατρος
- Ακτινολόγος
- κάτοικος
- γιατρός (yiatrós)
- Χειρουργός
- Ουρολόγος
Nearest Words of doc
Definitions and Meaning of doc in English
doc (n)
a licensed medical practitioner
the United States federal department that promotes and administers domestic and foreign trade (including management of the census and the patent office); created in 1913
FAQs About the word doc
γιατρός
a licensed medical practitioner, the United States federal department that promotes and administers domestic and foreign trade (including management of the cens
γιατρός,γιατρός,γιατρός,γιατρός,νοσοκόμα,ειδικός,αναισθησιολόγος,παρών,γιατρός,Τρίγλια
μη γιατρός,μη γιατρός
dobule => διπλός, dobsonfly => Ευρωπαϊκός καλλιεργητής ψαριών, dobson fly => Φρύγανο της Δομπσόν, dobson => Ντόμπσον, dobrich => Ντομπρίτς,