FAQs About the word discursiveness

πολυλογία

the quality of being discursive

παρεκβατικός,εκδρομικός,έμμεσος,περιπλάνηση,πλανόδιος,αποσπασματικός,παρέκβαση,παρεκβατικός,άλμα,γκρινιάρης

συνεκτικός,συνεπής,λογικός,άμεσο,εστιασμένος,απλός,εστιασμένος,ακλόνητος

discursively => διαλεκτικά, discursive => διαλογικός, discursist => ρήτορας, discursion => συζήτηση, discurrent => διεξοδικός,