Greek Meaning of disconfirming
αποβεβαιώνων
Other Greek words related to αποβεβαιώνων
- Αποδεκτός
- αναγνωριστικός
- παραδεχόμενοι
- υιοθεσία
- επιτρέποντας
- παραδεχόμενος
- επιβεβαιώνοντας
- κατέχων
- επιβεβαιωτικός
- ανακοινώνω
- ισχυριζόμενος
- ομολογώντας
- διεκδικώντας
- δηλώνοντας
- Αγκαλιάζει
- συντηρώντας
- υποβάλλει
- επικύρωση
- επαλήθευση
- γνησιοποίηση
- ισχυριζόμενος
- επικυρωτικό
- Υποστηρίζοντας
- ομολογώντας
- τεκμηριώνω
Nearest Words of disconfirming
Definitions and Meaning of disconfirming in English
disconfirming (a)
not indicating the presence of microorganisms or disease or a specific condition
disconfirming (s)
establishing as invalid or untrue
FAQs About the word disconfirming
αποβεβαιώνων
not indicating the presence of microorganisms or disease or a specific condition, establishing as invalid or untrue
αρνούμενος,διαψεύδοντας,Απορριπτικός,αντιφατικός,απορρίπτοντας,Απαγορεύει,αποκηρύσσοντας,αποποιούμενος,άρνηση,άρνηση
Αποδεκτός,αναγνωριστικός,παραδεχόμενοι,υιοθεσία,επιτρέποντας,παραδεχόμενος,επιβεβαιώνοντας,κατέχων,επιβεβαιωτικός,ανακοινώνω
disconducive => δυσμενής, disconcertment => αποσυντονισμός, disconcertion => σύγχυση, disconcertingly => ανησυχητικά, disconcerting => ανησυχητικός,