Greek Meaning of diagnosing
Διάγνωση
Other Greek words related to Διάγνωση
- αξιολόγηση
- υπισχνόμενος
- διακριτικός
- αξιολογώντας
- εύρημα
- Αναγνώριση
- ερευνώντας
- εντοπισμός
- αναγνωρίζοντας
- εξετάζω
- δακτυλοθεσία
- Αναγνώριση
- εντοπισμός
- ανατομία
- δοκίμαζω
- πιστοποίηση
- έλεγχος
- επιβεβαιώνοντας
- επικυρωτικό
- αποδομώ
- διατομή
- Ταυτοποίηση
- επιθεωρώντας
- παρατηρώντας
- παρατηρώντας
- επιλέγοντας
- τοποθέτηση
- εξεταστικός
- Επισημαίνοντας (έξω)
- διάστικτος
- τεκμηριώνω
- υποστηρίζων
- επικύρωση
- επαλήθευση
Nearest Words of diagnosing
- diagnosis => διάγνωση
- diagnostic => διαγνωστικός
- diagnostic assay => διαγνωστική ανάλυση
- diagnostic procedure => Διαγνωστική διαδικασία
- diagnostic program => Διαγνωστικό πρόγραμμα
- diagnostic technique => Διαγνωστική τεχνική
- diagnostic test => Διαγνωστική εξέταση
- diagnosticate => διαγνώσκω
- diagnostician => Διαγνωστικός
- diagnostics => διαγνωστικά
Definitions and Meaning of diagnosing in English
diagnosing (n)
identifying the nature or cause of some phenomenon
FAQs About the word diagnosing
Διάγνωση
identifying the nature or cause of some phenomenon
αξιολόγηση,υπισχνόμενος,διακριτικός,αξιολογώντας,εύρημα,Αναγνώριση ,ερευνώντας,εντοπισμός,αναγνωρίζοντας,εξετάζω
απόκρυψη,Λανθασμένη διάγνωση,καμουφλάζ,μεταμφιέζοντας,κρύβοντας,υπερδιάγνωση,υποδιάγνωση
diagnoses => διαγνώσεις, diagnose => Διαγνώσκω, diagnosable => Διαγνώσιμος, diaglyphic => διαγλυφικό, diaglyph => no disponible,