Greek Meaning of determinacy

ντετερμινισμός

Other Greek words related to ντετερμινισμός

Definitions and Meaning of determinacy in English

Webster

determinacy (n.)

Determinateness.

FAQs About the word determinacy

ντετερμινισμός

Determinateness.

ορθότητα,Οριστικότητα,οριστικότητα,πίστη,ορθότητα,αυστηρότητα,αλήθεια,ακρίβεια,σαφήνεια,ακρίβεια

Προσέγγιση,Αδρότητα,Αανακρίβεια,ανακρίβεια,τραχύτητα,στρογγυλότητα,απροσεξία,ψευτιά,αναλήθεια,εικασία

determinableness => προσδιοριστικότητα, determinability => προσδιοριστικότητα, determent => εμπόδιο, deteriority => επιδείνωση, deterioration => επιδείνωση,