Greek Meaning of cupidity

φιλαργυρία

Other Greek words related to φιλαργυρία

Definitions and Meaning of cupidity in English

Wordnet

cupidity (n)

extreme greed for material wealth

FAQs About the word cupidity

φιλαργυρία

extreme greed for material wealth

Απληστία,κτητικότητα,όρεξη,Φιλαργυρία,Επιθυμία,απληστία,πλεονεξία,επιθυμία,Φιλαργυρία,πείνα

ικανοποίηση,εκπλήρωση,εκπλήρωση,γενναιοδωρία,ικανοποίηση,Φιλελευθερισμός,μεγαλοψυχία,ικανοποίηση,Αλτρουϊσμός,ανταμοιβή

cupid => Έρωτας, cupful => κούπα, cupflower => Κύπφος, cupel => κύπελλο, cupcake => μάφιν,