Greek Meaning of avidness

πάθος

Other Greek words related to πάθος

Definitions and Meaning of avidness in English

Wordnet

avidness (n)

a positive feeling of wanting to push ahead with something

FAQs About the word avidness

πάθος

a positive feeling of wanting to push ahead with something

απληστία,Απληστία,κτητικότητα,όρεξη,Φιλαργυρία,Επιθυμία,εμπορευματοποίηση,πλεονεξία,Λαχτάρα,φιλαργυρία

ικανοποίηση,εκπλήρωση,εκπλήρωση,γενναιοδωρία,ικανοποίηση,ικανοποίηση,Αλτρουϊσμός,αφθονία,ανταμοιβή,φιλανθρωπία

avidly => άπληστα, avidity => απληστία, avidiously => εναγωνίως, avidious => άπληστος, avid => πρόθυμος,