Greek Meaning of selflessness
Αυτοθυσία
Other Greek words related to Αυτοθυσία
- Αλτρουϊσμός
- γενναιοδωρία
- καλοσύνη
- φιλανθρωπία
- Ανεγωισμός
- Μπονομί
- φιλία
- Ευγένεια
- ευγένεια
- συντροφικότητα
- συντροφικότητα
- ομόνοια
- ενσυναίσθηση
- φιλία
- Αρμονία
- Σχέση
- προσέγγιση
- συμπάθεια
- ανεκτικότητα
- συναδελφικότητα
- συγγένεια
- φιλία
- ευσπλαγχνία
- Αδελφότητα
- φιλανθρωπία
- συνεργασία
- Θεία Κοινωνία
- κοινότητα
- εταιρεία
- συνεργασία
- Συνεργατικότητα
- συντονισμός
- εγκάρδιος
- υποτροφία
- φιλικότητα
- συντροφικότητα
- καλή θέληση
- καλοσύνη
- Συγγένεια
- αμοιβαδισμός
- γειτονία
- ενότητα
- εταιρική σχέση
- αμοιβαιότητα
- Αλληλεγγύη
- Συμβίωση
- συνεργισμός
- συνέργεια
- Ομαδική εργασία
- Μαζί
- ενότητα
- καρδιακότητα
- ηρεμία
Nearest Words of selflessness
Definitions and Meaning of selflessness in English
selflessness (n)
the quality of unselfish concern for the welfare of others
acting with less concern for yourself than for the success of the joint activity
selflessness (n.)
Quality or state of being selfless.
FAQs About the word selflessness
Αυτοθυσία
the quality of unselfish concern for the welfare of others, acting with less concern for yourself than for the success of the joint activityQuality or state of
Αλτρουϊσμός,γενναιοδωρία,καλοσύνη,φιλανθρωπία,Ανεγωισμός,Μπονομί,φιλία,Ευγένεια,ευγένεια,συντροφικότητα
εχθρότητα,ανταγωνισμός,έχθρα,Εχθρότητα,δυσανεξία,κακία,Αντιπάθεια,πολεμικότητα,δυσμένεια,αγένεια
selflessly => ανιδιοτελώς, selfless => ανιδιοτελής, self-knowledge => Αυτογνωσία, self-knowing => Αυτογνωσία, self-kindled => αυτοαναφλέξιμος,