Greek Meaning of avidly
άπληστα
Other Greek words related to άπληστα
Nearest Words of avidly
Definitions and Meaning of avidly in English
avidly (r)
in an avid manner
FAQs About the word avidly
άπληστα
in an avid manner
ανυπόμονα,με ενθουσιασμό,διεγερμένα,ανυπόμονα,έντονα,ζωηρά,φανατικά,τρελά,θερμά,έξαλλα
απαθής,αδιάφορα,απροσωπόληπτα,Αδιάφορα,επιπόλαια,Διστακτικά,χλιαρά,Απρόθυμα,απρόθυμα,ψυχρά
avidity => απληστία, avidiously => εναγωνίως, avidious => άπληστος, avid => πρόθυμος, aviculture => πτηνοτροφία,